Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- -ότερος -ότερη -ότερο [óteros] : επίθημα για το σχηματισμό του μονολεκτικού συγκριτικού βαθμού των επιθέτων σε -ός / -ος που σχηματίζουν παραθετικά· (πρβ. -ύτερος, -έστερος): (μικρός) μικρότερος, (νέος) νεότερος, (παλιός) παλιότερος, (στενός) στενότερος, (σοφός) σοφότερος, (σύντομος) συντομότερος, (ψηλός) ψηλότερος. || παράλληλα με τύπο σε -ύτερος: (χοντρός) χοντρότερος και χοντρύτερος. || στα ανώμαλα παραθετικά: (κακός) χειρότερος, (γέρος) γεροντότερος, (πολύς) περισσότερος. || χωρίς να υπάρχει ο αντίστοιχος θετικός βαθμός: προτιμότερος.
-ότερα επίθημα για το σχηματισμό του μονολεκτικού συγκριτικού του αντίστοιχου επιρρήματος: (σύντομα) συντομότερα, (ψηλά) ψηλότερα, (ωραία) ωραιότερα. [αρχ. επίθημα για το σχηματισμό συγκριτικού βαθμού -ότερος, -ώτερος: αρχ. ἐνδοξότερος, σοφώτερος]