Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- -πρεπής -ής -ές [prepís] : β' συνθετικό με λόγια προέλευση σε σύνθετα επίθετα· δηλώνει ότι το προσδιοριζόμενο ταιριάζει σ΄ αυτό που αναφέρεται ως α' συνθετικό ή έχει ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά του: ανδρο~, θηλυ~, ελληνο~, δουλο~, αρχαιο~.
[λόγ. < αρχ. -πρεπής < θ. του ρ. πρέπ(ω) -ής ως β' συνθ.: αρχ. δουλο-πρεπής]