Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: "-νίκης"
1 εγγραφή
-νίκης [níis] θηλ. -νίκης [níis] : β' συνθετικό σε σύνθετα ουσιαστικά· δηλώνει τον αθλητή που αναδεικνύεται νικητής στους αγώνες που δηλώνει το α' συνθετικό: ολυμπιο~, βαλκανιο~.

[λόγ. < αρχ. -νίκης θ. του ουσ. νίκ(η) -ης ως β' συνθ.: αρχ. Ὀλυμπιο-νίκης]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες