Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΗΡΟΔΟΤΟΣ

Ἱστορίαι (2.143.1-2.146.2)

[2.143.1] Πρότερον δὲ Ἑκαταίῳ τῷ λογοποιῷ ἐν Θήβῃσι γενεηλογήσαντί [τε] ἑωυτὸν καὶ ἀναδήσαντι τὴν πατριὴν ἐς ἑκκαιδέκατον θεὸν ἐποίησαν οἱ ἱρέες τοῦ Διὸς οἷόν τι καὶ ἐμοὶ οὐ γενεηλογήσαντι ἐμεωυτόν· [2.143.2] ἐσαγαγόντες ἐς τὸ μέγαρον ἔσω ἐὸν μέγα ἐξηρίθμεον δεικνύντες κολοσσοὺς ξυλίνους τοσούτους ὅσους περ εἶπον· ἀρχιερεὺς γὰρ ἕκαστος αὐτόθι ἱστᾷ ἐπὶ τῆς ἑωυτοῦ ζόης εἰκόνα ἑωυτοῦ· [2.143.3] ἀριθμέοντες ὦν καὶ δεικνύντες οἱ ἱρέες ἐμοὶ ἀπεδείκνυσαν παῖδα πατρὸς ἑωυτῶν ἕκαστον ἐόντα, ἐκ τοῦ ἄγχιστα ἀποθανόντος τῆς εἰκόνος διεξιόντες διὰ πασέων, ἐς οὗ ἀπέδεξαν ἁπάσας αὐτάς. [2.143.4] Ἑκαταίῳ δὲ γενεηλογήσαντι ἑωυτὸν καὶ ἀναδήσαντι ἐς ἑκκαιδέκατον θεὸν ἀντεγενεηλόγησαν ἐπὶ τῇ ἀριθμήσι, οὐ δεκόμενοι παρ᾽ αὐτοῦ ἀπὸ θεοῦ γενέσθαι ἄνθρωπον· ἀντεγενεηλόγησαν δὲ ὧδε, φάμενοι ἕκαστον τῶν κολοσσῶν πίρωμιν ἐκ πιρώμιος γεγονέναι, ἐς ὃ τοὺς πέντε καὶ τεσσεράκοντα καὶ τριηκοσίους ἀπέδεξαν κολοσσοὺς [πίρωμιν ἐκ πιρώμιος γενόμενον], καὶ οὔτε ἐς θεὸν οὔτε ἐς ἥρωα ἀνέδησαν αὐτούς. πίρωμις δέ ἐστι κατ᾽ Ἑλλάδα γλῶσσαν καλὸς κἀγαθός. [2.144.1] ἤδη ὦν τῶν αἱ εἰκόνες ἦσαν, τοιούτους ἀπεδείκνυσάν σφεας πάντας ἐόντας, θεῶν δὲ πολλὸν ἀπαλλαγμένους. [2.144.2] τὸ δὲ πρότερον τῶν ἀνδρῶν τούτων θεοὺς εἶναι τοὺς ἐν Αἰγύπτῳ ἄρχοντας οἰκέοντας ἅμα τοῖσι ἀνθρώποισι, καὶ τούτων αἰεὶ ἕνα τὸν κρατέοντα εἶναι· ὕστατον δὲ αὐτῆς βασιλεῦσαι Ὧρον τὸν Ὀσίριος παῖδα, τὸν Ἀπόλλωνα Ἕλληνες ὀνομάζουσι· τοῦτον καταπαύσαντα Τυφῶνα βασιλεῦσαι ὕστατον Αἰγύπτου. Ὄσιρις δέ ἐστι Διόνυσος κατὰ Ἑλλάδα γλῶσσαν.
[2.145.1] Ἐν Ἕλλησι μέν νυν νεώτατοι τῶν θεῶν νομίζονται εἶναι Ἡρακλέης τε καὶ Διόνυσος καὶ Πάν, παρ᾽ Αἰγυπτίοισι δὲ Πὰν μὲν ἀρχαιότατος καὶ τῶν ὀκτὼ τῶν πρώτων λεγομένων θεῶν, Ἡρακλέης δὲ τῶν δευτέρων τῶν δυώδεκα λεγομένων εἶναι, Διόνυσος δὲ τῶν τρίτων, οἳ ἐκ τῶν δυώδεκα θεῶν ἐγένοντο. [2.145.2] Ἡρακλέϊ μὲν δὴ ὅσα αὐτοὶ Αἰγύπτιοί φασι εἶναι ἔτεα ἐς Ἄμασιν βασιλέα, δεδήλωταί μοι πρόσθε· Πανὶ δὲ ἔτι τούτων πλέονα λέγεται εἶναι, Διονύσῳ δ᾽ ἐλάχιστα τούτων, καὶ τούτῳ πεντακισχίλια καὶ μύρια λογίζονται εἶναι ἐς Ἄμασιν βασιλέα. [2.145.3] καὶ ταῦτα Αἰγύπτιοι ἀτρεκέως φασὶ ἐπίστασθαι, αἰεί τε λογιζόμενοι καὶ αἰεὶ ἀπογραφόμενοι τὰ ἔτεα. [2.145.4] Διονύσῳ μέν νυν τῷ ἐκ Σεμέλης τῆς Κάδμου λεγομένῳ γενέσθαι κατὰ χίλια [ἑξακόσια] ἔτεα [καὶ] μάλιστά ἐστι ἐς ἐμέ, Ἡρακλέϊ δὲ τῷ Ἀλκμήνης κατὰ εἰνακόσια [ἔτεα], Πανὶ δὲ τῷ [ἐκ] Πηνελόπης (ἐκ ταύτης γὰρ καὶ Ἑρμέω λέγεται γενέσθαι ὑπὸ Ἑλλήνων ὁ Πάν) ἐλάσσω ἔτεά ἐστι τῶν Τρωικῶν, κατὰ ὀκτακόσια μάλιστα ἐς ἐμέ. [2.146.1] τούτων ὦν ἀμφοτέρων πάρεστι χρᾶσθαι τοῖσί τις πείσεται λεγομένοισι μᾶλλον· ἐμοὶ δ᾽ ὦν ἡ περὶ αὐτῶν γνώμη ἀποδέδεκται. εἰ μὲν γὰρ φανεροί τε ἐγένοντο καὶ κατεγήρασαν καὶ οὗτοι ἐν τῇ Ἑλλάδι, κατά περ Ἡρακλέης ὁ ἐξ Ἀμφιτρύωνος γενόμενος καὶ δὴ καὶ Διόνυσος ὁ ἐκ Σεμέλης καὶ Πὰν ὁ ἐκ Πηνελόπης γενόμενος, ἔφη ἄν τις καὶ τούτους ἄλλους γενομένους ἄνδρας ἔχειν τὰ ἐκείνων οὐνόματα τῶν προγεγονότων θεῶν· [2.146.2] νῦν δὲ Διόνυσόν τε λέγουσι οἱ Ἕλληνες ὡς αὐτίκα γενόμενον ἐς τὸν μηρὸν ἐνερράψατο Ζεὺς καὶ ἤνεικε ἐς Νύσαν τὴν ὑπὲρ Αἰγύπτου ἐοῦσαν ἐν τῇ Αἰθιοπίῃ, καὶ Πανός γε πέρι οὐκ ἔχουσι εἰπεῖν ὅκῃ ἐτράπετο γενόμενος. δῆλά ὦν μοι γέγονε ὅτι ὕστερον ἐπύθοντο οἱ Ἕλληνες τούτων τὰ οὐνόματα ἢ τὰ τῶν ἄλλων θεῶν. ἀπ᾽ οὗ δὲ ἐπύθοντο χρόνου, ἀπὸ τούτου γενεηλογέουσι αὐτῶν τὴν γένεσιν.

[2.143.1] Κάποτε στη Θήβα ο Εκαταίος ο ιστορικός παρουσίασε τη γενεαλογία του συνδέοντας την οικογένειά του με θεό, δέκατον έκτο στη σειρά, και οι ιερείς του Δία τού έκαναν ό,τι και σ᾽ εμένα, που ωστόσο δεν παρουσίασα τη γενεαλογία μου: [2.143.2] με έμπασαν μέσα στον ναό, που είναι μεγάλος, και μου έδειξαν, μετρώντας τα, ξύλινα κολοσσιαία αγάλματα, όσα ακριβώς είπα· γιατί ο κάθε ιερέας, εν ζωή ακόμη, στήνει εκεί μέσα το άγαλμά του· [2.143.3] μετρώντας λοιπόν και παρουσιάζοντας οι ιερείς τους κολοσσούς μού απέδειξαν ότι ο καθένας από αυτούς ήταν γιος και πατέρας, και ξεκινώντας από το άγαλμα του πιο πρόσφατα πεθαμένου, πέρασαν όλες τις απεικονίσεις μία μία ώσπου μου τις παρουσίασαν όλες. [2.143.4] Όσο για τον Εκαταίο που έκανε τη γενεαλογία του και συνδέθηκε με τον θεό στη δέκατη έκτη γενιά, αυτοί του έκαναν άλλη γενεαλογία με βάση το μέτρημα, γιατί δεν δέχονταν τα λεγόμενά του, ότι δηλαδή από θεό γεννήθηκε άνθρωπος· και του παρουσίασαν αυτή την αντίθετη γενεαλογία λέγοντάς του ότι ο καθένας απ᾽ αυτούς τους κολοσσούς ήταν ένας εξαιρετικός άνθρωπος που είχε γεννηθεί από άλλον εξαίρετο άνθρωπο, πράγμα που του το απέδειξαν για τους τριακόσιους σαράντα πέντε κολοσσούς, ότι ήταν εξαίρετοι άνθρωποι γεννημένοι από εξαιρετικούς ανθρώπους, χωρίς να τους συνδέσουν ούτε με θεό κανέναν ούτε με ήρωα…
[2.144.1] Έτσι λοιπόν οι ιερείς απέδειξαν ότι όλοι αυτοί στους οποίους ανήκαν τα αγάλματα, ήταν θνητοί και κάθε άλλο παρά θεοί. [2.144.2] Αλλά πριν από τους ανθρώπους οι ηγεμόνες στην Αίγυπτο ήταν θεοί που συγκατοικούσαν μαζί με τους ανθρώπους, και κάθε φορά αρχηγός ήταν ένας από αυτούς· τελευταίος βασίλευσε στη χώρα ο Ώρος, ο γιος του Όσιρη, που οι Έλληνες τον ονομάζουν Απόλλωνα και που έριξε τον Τυφώνα και έγινε τελευταίος βασιλιάς της Αιγύπτου. Όσο για τον Όσιρη, στην ελληνική γλώσσα είναι Διόνυσος.
[2.145.1] Ανάμεσα στους Έλληνες οι νεότεροι από τους θεούς θεωρούνται ότι είναι ο Ηρακλής, ο Διόνυσος και ο Παν, ενώ ανάμεσα στους Αιγυπτίους ο Παν θεωρείται αρχαιότατος και ένας από τους οκτώ θεούς που λέγεται ότι ήταν οι πρώτοι, ο Ηρακλής από τους δεύτερους, που λέγεται ότι είναι δώδεκα, και ο Διόνυσος από τους τρίτους, αυτούς που γεννήθηκαν από τους δώδεκα θεούς. [2.145.2] Πόσα χρόνια λένε οι ίδιοι οι Αιγύπτιοι ότι χωρίζουν τον Ηρακλή από τον βασιλιά Άμαση, το ανέφερα παραπάνω· όσο για τον Πάνα, λένε ότι τα χρόνια είναι περισσότερα από τα προηγούμενα, ενώ στην περίπτωση του Διόνυσου είναι λιγότερα, αφού από αυτόν ώς τον βασιλιά Άμαση τα χρόνια υπολογίζονται ότι είναι δεκαπέντε χιλιάδες. [2.145.3] Και τούτα οι Αιγύπτιοι ισχυρίζονται ότι τα γνωρίζουν με ακρίβεια, δεδομένου ότι ανέκαθεν λογαριάζουν και ανέκαθεν καταγράφουν τα χρόνια. [2.145.4] Από τον Διόνυσο λοιπόν, που λέγεται ότι τον γέννησε η Σεμέλη, η κόρη του Κάδμου, ώς την εποχή τη δική μου είναι περίπου χίλια εξακόσια χρόνια, από τον Ηρακλή της Αλκμήνης περίπου εννιακόσια χρόνια, και από τον Πάνα της Πηνελόπης (γιατί από αυτήν και από τον Ερμή λένε οι Έλληνες ότι γεννήθηκε ο Παν) είναι λιγότερα παρ᾽ όσα από τα Τρωικά, δηλαδή κάπου οκτακόσια χρόνια ώς την εποχή μου.
[2.146.1] Από τις δύο τούτες ιστορίες ελεύθερος είναι ο καθένας να ακολουθήσει όποια τον πείθει περισσότερο· όσο για την δική μου γνώμη σχετικά με όλα αυτά, έχει ήδη εκτεθεί. Γιατί αν ο Διόνυσος που γεννήθηκε από τη Σεμέλη και ο Παν που γεννήθηκε από την Πηνελόπη, γίνονταν και αυτοί διάσημοι στην Ελλάδα και έφταναν ώς τα γεράματα, όπως ο Ηρακλής που τον έκανε ο Αμφιτρύων, τότε θα έλεγε κανείς ότι και αυτοί οι δύο, Διόνυσος δηλαδή και Παν, υπήρξαν, όπως και ο Ηρακλής, άνθρωποι που είχαν πάρει τα ονόματα εκείνων των παλαιοτέρων θεών· [2.146.2] σήμερα όμως οι Έλληνες λένε ότι τον Διόνυσο, μόλις γεννήθηκε, τον έραψε ο Δίας μέσα στο μηρό του και τον πήγε στη Νύσα, που είναι πάνω από την Αίγυπτο, στην Αιθιοπία· αλλά για τον Πάνα δεν έχουν τίποτε να πούνε, πού πήγε όταν γεννήθηκε. Είναι λοιπόν φανερό κατά τη γνώμη μου ότι τα ονόματα τούτων των θεών οι Έλληνες τα έμαθαν ύστερα από των άλλων. Και από την εποχή όπου τα έμαθαν, από τότε χρονολογούν τη γέννησή τους.