Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΗΡΟΔΟΤΟΣ

Ἱστορίαι (2.123.1-2.126.2)

[2.123.1] Τοῖσι μέν νυν ὑπ᾽ Αἰγυπτίων λεγομένοισι χράσθω ὅτεῳ τὰ τοιαῦτα πιθανά ἐστι· ἐμοὶ δὲ παρὰ πάντα [τὸν] λόγον ὑπόκειται ὅτι τὰ λεγόμενα ὑπ᾽ ἑκάστων ἀκοῇ γράφω. ἀρχηγετεύειν δὲ τῶν κάτω Αἰγύπτιοι λέγουσι Δήμητρα καὶ Διόνυσον. [2.123.2] πρῶτοι δὲ καὶ τόνδε τὸν λόγον Αἰγύπτιοί εἰσι οἱ εἰπόντες, ὡς ἀνθρώπου ψυχὴ ἀθάνατός ἐστι, τοῦ σώματος δὲ καταφθίνοντος ἐς ἄλλο ζῷον αἰεὶ γινόμενον ἐσδύεται· ἐπεὰν δὲ πάντα περιέλθῃ τὰ χερσαῖα καὶ τὰ θαλάσσια καὶ τὰ πετεινά, αὖτις ἐς ἀνθρώπου σῶμα γινόμενον ἐσδύνειν, τὴν περιήλυσιν δὲ αὐτῇ γίνεσθαι ἐν τρισχιλίοισι ἔτεσι. [2.123.3] τούτῳ τῷ λόγῳ εἰσὶ οἳ Ἑλλήνων ἐχρήσαντο, οἱ μὲν πρότερον, οἱ δὲ ὕστερον, ὡς ἰδίῳ ἑωυτῶν ἐόντι· τῶν ἐγὼ εἰδὼς τὰ οὐνόματα οὐ γράφω.
[2.124.1] Μέχρι μέν νυν Ῥαμψινίτου βασιλέος εἶναι ἐν Αἰγύπτῳ πᾶσαν εὐνομίην ἔλεγον καὶ εὐθενέειν Αἴγυπτον μεγάλως, μετὰ δὲ τοῦτον βασιλεύσαντά σφεων Χέοπα ἐς πᾶσαν κακότητα ἐλάσαι· κατακληίσαντα γάρ μιν πάντα τὰ ἱρὰ πρῶτα μέν σφεας θυσιέων ἀπέρξαι, μετὰ δὲ ἐργάζεσθαι ἑωυτῷ κελεύειν πάντας Αἰγυπτίους. [2.124.2] τοῖσι μὲν δὴ ἀποδεδέχθαι ἐκ τῶν λιθοτομιέων τῶν ἐν τῷ Ἀραβίῳ ὄρεϊ, ἐκ τουτέων ἕλκειν λίθους μέχρι τοῦ Νείλου· διαπεραιωθέντας δὲ τὸν ποταμὸν πλοίοισι τοὺς λίθους ἑτέροισι ἔταξε ἐκδέκεσθαι καὶ πρὸς τὸ Λιβυκὸν καλεύμενον ὄρος, πρὸς τοῦτο ἕλκειν. [2.124.3] ἐργάζοντο δὲ κατὰ δέκα μυριάδας ἀνθρώπων αἰεὶ τὴν τρίμηνον ἑκάστην. χρόνον δὲ ἐγγενέσθαι τριβομένῳ τῷ λεῷ δέκα ἔτεα μὲν τῆς ὁδοῦ κατ᾽ ἣν εἷλκον τοὺς λίθους, τὴν ἔδειμαν ἔργον ἐὸν οὐ πολλῷ τεῳ ἔλασσον τῆς πυραμίδος, ὡς ἐμοὶ δοκέειν [2.124.4] (τῆς γὰρ μῆκος μέν εἰσι πέντε στάδιοι, εὖρος δὲ δέκα ὀργυιαί, ὕψος δέ, τῇ ὑψηλοτάτη ἐστὶ αὐτὴ ἑωυτῆς, ὀκτὼ ὀργυιαί, λίθου τε ξεστοῦ καὶ ζῴων ἐγγεγλυμμένων), ταύτης τε δὴ τὰ δέκα ἔτεα γενέσθαι καὶ τῶν ἐπὶ τοῦ λόφου ἐπ᾽ οὗ ἑστᾶσι αἱ πυραμίδες, τῶν ὑπὸ γῆν οἰκημάτων, τὰς ἐποιέετο θήκας ἑωυτῷ ἐν νήσῳ, διώρυχα τοῦ Νείλου ἐσαγαγών. [2.124.5] τῇ δὲ πυραμίδι αὐτῇ χρόνον γενέσθαι εἴκοσι ἔτεα ποιευμένῃ, τῆς ἐστι πανταχῇ μέτωπον ἕκαστον ὀκτὼ πλέθρα ἐούσης τετραγώνου καὶ ὕψος ἴσον, λίθου δὲ ξεστοῦ τε καὶ ἁρμοσμένου τὰ μάλιστα· οὐδεὶς τῶν λίθων τριήκοντα ποδῶν ἐλάσσων. [2.125.1] ἐποιήθη δὲ ὧδε αὕτη ἡ πυραμίς, ἀναβαθμῶν τρόπον, τὰς μετεξέτεροι κρόσσας, οἱ δὲ βωμίδας ὀνομάζουσι· [2.125.2] τοιαύτην τὸ πρῶτον ἐπείτε ἐποίησαν αὐτήν, ἤειρον τοὺς ἐπιλοίπους λίθους μηχανῇσι ξύλων βραχέων πεποιημένῃσι, χαμᾶθεν μὲν ἐπὶ τὸν πρῶτον στοῖχον τῶν ἀναβαθμῶν ἀείροντες· [2.125.3] ὅκως δὲ ἀνίοι ὁ λίθος ἐπ᾽ αὐτόν, ἐς ἑτέρην μηχανὴν ἐτίθετο ἑστεῶσαν ἐπὶ τοῦ πρώτου στοίχου, ἀπὸ τούτου δὲ ἐπὶ τὸν δεύτερον εἵλκετο στοῖχον ἐπ᾽ ἄλλης μηχανῆς· [2.125.4] ὅσοι γὰρ δὴ στοῖχοι ἦσαν τῶν ἀναβαθμῶν, τοσαῦται καὶ μηχαναὶ ἦσαν, εἴτε καὶ τὴν αὐτὴν μηχανὴν ἐοῦσαν μίαν τε καὶ εὐβάστακτον μετεφόρεον ἐπὶ στοῖχον ἕκαστον, ὅκως τὸν λίθον ἐξέλοιεν· λελέχθω [γὰρ] ἡμῖν ἐπ᾽ ἀμφότερα, κατά περ λέγεται. [2.125.5] ἐξεποιήθη δ᾽ ὦν τὰ ἀνώτατα αὐτῆς πρῶτα, μετὰ δὲ τὰ ἐχόμενα τούτων ἐξεποίευν, τελευταῖα δὲ αὐτῆς τὰ ἐπίγαια καὶ τὰ κατωτάτω ἐξεποίησαν. [2.125.6] σεσήμανται δὲ διὰ γραμμάτων Αἰγυπτίων ἐν τῇ πυραμίδι ὅσα ἔς τε συρμαίην καὶ κρόμμυα καὶ σκόροδα ἀναισιμώθη τοῖσι ἐργαζομένοισι· καὶ ὡς ἐμὲ εὖ μεμνῆσθαι τὰ ὁ ἑρμηνεύς μοι ἐπιλεγόμενος τὰ γράμματα ἔφη, ἑξακόσια καὶ χίλια τάλαντα ἀργυρίου τετελέσθαι. [2.125.7] εἰ δ᾽ ἔστι οὕτως ἔχοντα ταῦτα, κόσα οἰκὸς ἄλλα δεδαπανῆσθαί ἐστι ἔς τε σίδηρον τῷ ἐργάζοντο, καὶ σιτία καὶ ἐσθῆτα τοῖσι ἐργαζομένοισι; ὁκότε χρόνον μὲν οἰκοδόμεον τὰ ἔργα τὸν εἰρημένον, ἄλλον δέ, ὡς ἐγὼ δοκέω, ἐν τῷ τοὺς λίθους ἔταμνον καὶ ἦγον καὶ τὸ ὑπὸ γῆν ὄρυγμα ἐργάζοντο, οὐκ ὀλίγον χρόνον. [2.126.1] ἐς τοῦτο δὲ ἐλθεῖν Χέοπα κακότητος ὥστε χρημάτων δεόμενον τὴν θυγατέρα τὴν ἑωυτοῦ κατίσαντα ἐπ᾽ οἰκήματος προστάξαι πρήσσεσθαι ἀργύριον ὁκόσον δή τι· οὐ γὰρ δὴ τοῦτό γε ἔλεγον· τὴν δὲ τά τε ὑπὸ τοῦ πατρὸς ταχθέντα πρήσσεσθαι, ἰδίῃ δὲ καὶ αὐτὴν διανοηθῆναι μνημήιον καταλιπέσθαι, καὶ τοῦ ἐσιόντος πρὸς αὐτὴν ἑκάστου δέεσθαι ὅκως ἂν αὐτῇ ἕνα λίθον [ἐν τοῖσι ἔργοισι] δωρέοιτο. [2.126.2] ἐκ τούτων δὲ τῶν λίθων ἔφασαν τὴν πυραμίδα οἰκοδομηθῆναι τὴν ἐν μέσῳ τῶν τριῶν ἑστηκυῖαν, ἔμπροσθε τῆς μεγάλης πυραμίδος, τῆς ἐστι τὸ κῶλον ἕκαστον ὅλου καὶ ἡμίσεος πλέθρου.

[2.123.1] Τα λεγόμενα των Αιγυπτίων βέβαια όποιος θέλει τα πιστεύει· εμένα πάντως βασική αρχή μου σε όλη μου την εξιστόρηση είναι να γράφω τα λεγόμενα των διαφόρων όπως τα ακούω. Οι Αιγύπτιοι ωστόσο λένε ότι στον κάτω κόσμο ηγεμονεύουν η Δήμητρα και ο Διόνυσος. [2.123.2] Οι Αιγύπτιοι μάλιστα είναι οι πρώτοι που είπαν τούτη την κουβέντα, ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι αθάνατη και ότι, καθώς το σώμα καταλύεται, αυτή μπαίνει σε κάποιο άλλο ζώο που γεννιέται κάθε φορά· και αφού τριγυρίσει σε όλα τα ζώα της ξηράς, της θάλασσας και του αέρα, ξαναμπαίνει στο σώμα ανθρώπου που γεννιέται, και η περιήγηση αυτή συντελείται σε τρεις χιλιάδες χρόνια. [2.123.3] Το δόγμα αυτό το χρησιμοποίησαν μερικοί Έλληνες, άλλοι παλαιότερα, άλλοι κατοπινότερα, σαν να ήταν δικό τους: ξέρω τα ονόματά τους αλλά δεν τα γράφω.
[2.124.1] Ώσπου λοιπόν βασιλιάς της Αιγύπτου ήταν ο Ραμψίνιτος, μου είπαν, όλη η Αίγυπτος είχε ευνομία και μεγάλη προκοπή· ύστερα απ᾽ αυτόν όμως βασιλιάς τους έγινε ο Χέοψ, που τους έριξε σε κάθε λογής δυστυχία· πρώτα πρώτα έκλεισε όλους τους ναούς και τους απαγόρευσε τις θυσίες· ύστερα πρόσταξε όλους τους Αιγυπτίους να εργάζονται γι᾽ αυτόν. [2.124.2] Άλλους τους έβαλε να σέρνουν πέτρες από τα λατομεία του Αραβικού όρους ώς τον Νείλο, και αφού οι πέτρες περνούσαν με πλοία τον ποταμό, έταξε άλλους να τις παίρνουν και να τις σέρνουν προς το λεγόμενο Λιβυκό όρος. [2.124.3] Και δούλευαν ανά εκατό χιλιάδες άνθρωποι από ένα τρίμηνο. Δέκα χρόνια βασανιζόταν ο λαός για να γίνει ο δρόμος όπου έσερναν τις πέτρες και που η κατασκευή του δεν είναι, θαρρώ, έργο πολύ μικρότερο από της πυραμίδας [2.124.4] (το μάκρος του είναι πέντε στάδιοι, το πλάτος του δέκα οργιές, το υψόμετρό του στο υψηλότερο σημείο οκτώ οργιές, και είναι καμωμένος από πελεκητή πέτρα με ανάγλυφες εικόνες) — δέκα χρόνια λοιπόν χρειάστηκαν γι᾽ αυτόν τον δρόμο καθώς και για τις υπόγειες κάμαρες στον λόφο όπου είναι στημένες οι πυραμίδες, κάμαρες που ο βασιλιάς τις έφτιαξε για τάφο του σ᾽ ένα νησί στη διώρυγα που άνοιξε από τον Νείλο. [2.124.5] Όσο για την ίδια την πυραμίδα, χρειάστηκαν είκοσι χρόνια για να γίνει, και είναι τετράγωνη, έχει από όλες τις πλευρές μέτωπο οκτώ πλέθρα, ίδιο ύψος, και είναι από πέτρα πελεκητή και με εξαίρετη εφαρμογή· καμιά από τις πέτρες δεν είναι λιγότερο από τριάντα πόδια.
[2.125.1] Η πυραμίδα αυτή κατασκευάστηκε με τον εξής τρόπο: έφτιαξαν πρώτα αναβαθμούς που τους ονομάζουν άλλοι κρόσσες και άλλοι βωμίδες, [2.125.2] και ύστερα, αφού τους έφτιαξαν, σήκωναν τις υπόλοιπες πέτρες με μηχανές από κοντά ξύλα· από το έδαφος δηλαδή σήκωναν τις πέτρες ώς την πρώτη σειρά των αναβαθμών· [2.125.3] μόλις η πέτρα ανέβαινε σ᾽ αυτή τη σειρά, την έβαζαν σε άλλη μηχανή στημένη πάνω στην πρώτη σειρά, και από εκεί την ανέβαζαν στην δεύτερη σειρά, σε άλλη μηχανή· [2.125.4] όσες ήταν οι σειρές των αναβαθμών τόσες ήταν και οι μηχανές· ή πάλι, την ίδια μηχανή, που ήταν μία και σηκώνονταν εύκολα, τη μεταφέρανε από τη μια σειρά στην άλλη μόλις έβγαζαν την κάθε πέτρα: πάντως εγώ πρέπει να τα αναφέρω και τα δύο, όπως μου τα είπαν. [2.125.5] Οπωσδήποτε, πρώτα τελείωσαν τα επάνω μέρη της πυραμίδας, ύστερα έφτιαξαν τα συνεχόμενα με αυτά, και τελευταία έφτιαξαν τη βάση και τα χαμηλότερα μέρη. [2.125.6] Στην πυραμίδα είναι σημειωμένο με αιγυπτιακά γράμματα πόσα ξοδεύτηκαν σε καθαρτικό, κρεμμύδια και σκόρδα για τους εργαζομένους· και αν θυμάμαι καλά τα όσα μου είπε ο διερμηνέας που μου διάβαζε τα γράμματα, είχαν καταβληθεί χίλια εξακόσια ασημένια τάλαντα. [2.125.7] Αν λοιπόν αυτά ήταν πράγματι τόσα, πόσα άλλα θα πρέπει να ξοδεύτηκαν για τον σίδηρο που χρησιμοποίησαν στις εργασίες, για τροφή και για ντύσιμο των εργαζομένων; Όσο για τον χρόνο, χρειάστηκαν όσον είπαμε για να κατασκευάσουν τα έργα· θα χρειάστηκαν όμως και άλλο χρόνο, που δεν θα ήταν, θαρρώ, λίγος, για να κόψουν τις πέτρες και να τις κουβαλήσουν και για να ανοίξουν το υπόγειο όρυγμα.
[2.126.1] Έφτασε λοιπόν ο Χέοψ σε τόσην αχρειότητα ώστε, όταν του έλειψαν τα χρήματα, εγκατέστησε την ίδια του την κόρη σε παλιόσπιτο και την πρόσταξε να εκδίδεται για ορισμένο ποσό: ποιό ήταν ωστόσο αυτό το ποσό δεν μου είπαν· έκανε λοιπόν αυτή ό,τι την είχε προστάξει ο πατέρας της να κάνει, και σκέφτηκε να αφήσει και η ίδια ένα δικό της μνημείο, και γι᾽ αυτό από όσους την επισκέπτονταν ζητούσε να της χαρίσει ο καθένας μια πέτρα για το έργο της. [2.126.2] Απ᾽ αυτές λοιπόν τις πέτρες λένε ότι οικοδομήθηκε η πυραμίδα που στέκει στη μέση των τριών, μπροστά από τη μεγάλη πυραμίδα, και που η κάθε της πλευρά είναι ενάμισι πλέθρο.