Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: φωριαμός
1 item total
φωριαμός ο [foriamós] Ο17 : (λόγ.) ντουλάπι ή κιβώτιο (συνήθ. μεταλλικό) που χρησιμοποιείται για την τοποθέτηση ρουχισμού, φακέλων, βιβλίων κτλ.

[λόγ. < αρχ. φωριαμός `μπαούλο΄]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go