Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: τετραμελής
1 item total
τετραμελής -ής -ές [tetramelís] Ε10 : που αποτελείται από τέσσερα μέλη: ~ οικογένεια / αντιπροσωπεία.

[λόγ. τετρα- + -μελής]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go