Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πνευματικότητα
1 εγγραφή
πνευματικότητα η [pnevmatikótita] Ο28 : οι ικανότητες που συγκροτούν το πνευματικό επίπεδο ενός ατόμου ή οι ιδιότητες που συνθέτουν το πνευματικό επίπεδο ενός διανοητικού, καλλιτεχνικού κτλ. δημιουργήματος.

[λόγ. πνευματικ(ός) -ότης > -ότητα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες