Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: ιστόρημα
1 item total
ιστόρημα το [istórima] Ο49 : ως γενική έννοια για οποιαδήποτε εξιστόρηση ή αφήγηση, συνήθ. γραπτή, γεγονότων πραγματικών ή φανταστικών· (πρβ. ιστόρηση, αφήγηση, αφήγημα, διήγηση, διήγημα).

[λόγ. < ελνστ. ἱστόρημα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go