Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: εντούτοις
1 item total
εντούτοις [endútis] σύνδ. αντιθ. : σε παρατακτική σύνδεση, ύστερα από τελεία ή άνω τελεία και κυρίως στην αρχή της πρότασης, εκφράζει εναντίωση προς τα προηγούμενα· παρ΄ όλα αυτά, μολαταύτα: Έγιναν πολλές συζητήσεις· ~ το πρόβλημα δε λύθηκε ακόμη. || συχνά για να δηλωθεί εντονότερα και εξαρχής η ισχυρή αντίθεση ανάμεσα στα δύο συνδεόμενα μέλη, προηγείται δευτερεύουσα εναντιωματική πρόταση: Παρόλο που προσπάθησε πολύ, ~ δεν κατάφερε να τον μεταπείσει. Aν και γενικά συμφωνούσε, ~ δεν υπέγραψε τη δήλωση.

[λόγ. < μσν. φρ. εν τούτοις (δοτ. της αντων. τούτο) `στο αναμεταξύ΄ σημδ. γερμ. indessen]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go