Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: απογραφή
1 εγγραφή
απογραφή η [apoγrafí] Ο29 : 1α.λεπτομερής απαρίθμηση και καταγραφή σε ειδικούς καταλόγους του πληθυσμού μιας χώρας, των οικονομικών αγαθών κτλ., η οποία γίνεται από το κράτος και σε τακτά χρονικά διαστήματα: ~ του πληθυσμού / των ζώων / των αυτοκινήτων / των πλοίων / των οικοδομών / των επιχειρήσεων. ~ γενική / ειδική. Σήμερα οι απογραφές του πληθυσμού στην Ελλάδα γίνονται κάθε δέκα χρόνια. β. (λογιστ.) λεπτομερής απαρίθμηση και καταγραφή της οικονομικής δραστηριότητας και των περιουσιακών στοιχείων μιας επιχείρησης: Tο βιβλίο απογραφής της εταιρείας. 2. (μτφ.) λεπτομερής έρευνα και περιγραφή ενός αντικειμένου: ~ του βάθους και του πλάτους μιας έννοιας.

[λόγ. < αρχ. ἀπογραφή `ευρετήριο περιουσιακών στοιχείων΄]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες