Dictionary of Standard Modern Greek
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
- αντισυνταγματικότητα η [andisindaγmatikótita] Ο28 : η ιδιότητα του αντισυνταγματικού, η αντίθεση προς ό,τι υπαγορεύει το σύνταγμα. ANT συνταγματικότητα: H ~ ενός νόμου / μιας απόφασης / ενός διοικητικού μέτρου.
[λόγ. αντισυνταγματικ(ός) -ότης > -ότητα]



