Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ακρώνυμο
1 εγγραφή
ακρώνυμο το [akrónimo] Ο40 : το ακρωνύμιο.

[λόγ. < αγγλ. acronym < αρχ. ἄκρ(ος) + αρχ. ὄνομα κατά το αρχ. ἐπώνυμον (δες και -ώνυμο)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες