Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: χυλώδης -ης -ες
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χυλώδης -ης -ες [xilóδis] Ε11 : που έχει τη μορφή χυλού, που μοιάζει με χυλό.

[λόγ. < ελνστ. χυλώδης]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go