Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: χρηματιστής
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χρηματιστής ο [xrimatistís] Ο7 θηλ. χρηματίστρια [xrimatístria] Ο27 : επιχειρηματίας που ασχολείται με αγοραπωλησίες στο χρηματιστήριο.

[λόγ. < αρχ. χρηματιστής `εμπορευόμενος΄· λόγ. χρηματισ(τής) -τρια]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go