Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: χρηματαποστολή
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χρηματαποστολή η [xrimatapostolí] Ο29 : οργανωμένη μεταφορά μεγάλου χρηματικού ποσού: Ληστεία σε ~.

[λόγ. χρηματ(ο)- + αποστολή]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go