Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: χλόασμα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χλόασμα το [xlóazma] Ο49 : (ιατρ.) κιτρινωπές κηλίδες που παρουσιάζονται στο πρόσωπο, κυρίως κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης· πανάδες.

[λόγ. < ελνστ. χλόασμα σφαλερή γραφή του αρχ. χλώρασμα `χλωμάδα΄]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go