Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: χειρομάλαξη
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χειρομάλαξη η [xiromálaksi] Ο33 (συνήθ. πληθ.) : (λόγ.) μάλαξη με τα χέρια.

[λόγ. χειρο- + μάλαξις (-σις > -ση)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες