Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- χαρτωσιά η [xartosxá] Ο24 : τα φύλλα της τράπουλας που μαζεύει ένας παίκτης σε μια μοιρασιά, χάρη σ΄ ένα καλό χαρτί· μπάζα2: Kάνω / πιάνω ~. ΦΡ δεν πιάνω ~ (μπροστά σε κπ.), δεν μπορώ να συγκριθώ μ΄ αυτόν, είμαι πολύ κατώτερος από αυτόν: Πού να πιάσει αυτός ~ μπροστά σου! Είναι τόσο φλύαρος που δεν μπορείς να πάρεις ~, να μιλήσεις κι εσύ.
[χαρτ(ιά) -ωσιά]



