Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: χαμέρπεια
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χαμέρπεια η [xamérpia] Ο27 : (λόγ.) η ιδιότητα του χαμερπούς.

[λόγ. χαμερπ(ής) -εια]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go