Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: φωτοχημικός -ή -ό
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φωτοχημικός -ή -ό [fotoximikós] Ε1 : που ανήκει ή που αναφέρεται στη φωτοχημεία: Φωτοχημικό νέφος. Φωτοχημική ρύπανση της ατμόσφαιρας.

[λόγ. < γαλλ. photochimique < photochim(ie) = φωτοχημ(εία) -ique = -ικός & μτφρδ. αγγλ. photochemical (photo- = φωτο- 1)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go