Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: φωταγώγηση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φωταγώγηση η [fotaγójisi] Ο33 : ο (εορταστικού συνήθ. χαρακτήρα) φωτισμός χώρων, κτιρίων, δρόμων κτλ. με άπλετο φως· φωταγωγία: Aποφασίστηκε η ~ της πόλης κατά τον εορτασμό του πολιούχου αγίου.

[λόγ. φωταγωγη- (φωταγωγώ) -σις > -ση μτφρδ. γαλλ. illumination]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go