Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: φυγοδικία
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φυγοδικία η [fiγoδikía] Ο25 : (νομ.) η αποφυγή της δίκης από τον κατηγορούμενο, η σκόπιμη απουσία του από το δικαστήριο κατά τη μέρα και την ώρα της δίκης.

[λόγ. < ελνστ. ή μσν. φυγοδικία < φυγόδικ(ος) -ία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go