Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: φουτουριστής
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φουτουριστής ο [futuristís] Ο7 θηλ. φουτουρίστρια [futurístria] Ο27 : καλλιτέχνης που ακολουθεί το φουτουρισμό: Οι Iταλοί φουτουριστές. || (ως επίθ.): Φουτουριστές ζωγράφοι / ποιητές.

[λόγ. < ιταλ. futurista (ή μέσω του γαλλ. futuriste) (-ista, -iste = -ιστής)· λόγ. φουτουρισ(τής) -τρια]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go