Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: φιλαλήθης
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φιλαλήθης ο [filalíθis] θηλ. φιλαλήθης [filalíθis] Ο (βλ. Ε11) : (λόγ., και ως επίθ.) που αγαπά, που λέει (πάντα) την αλήθεια· (πρβ. ειλικρινής).

[λόγ. ουσιαστικοπ. αρσ. & θηλ. του αρχ. επιθ. φιλαλήθης]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go