Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: φθοριούχος -ος -α -ο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φθοριούχος -ος / -α -ο [fθοriúxos] Ε14 : (για χημική ένωση) που περιέχει φθόριο: Φθοριούχα άλατα.

[λόγ. φθόρι(ον) + -ούχος μτφρδ. γαλλ. fluoré]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go