Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: φασιστόμουτρο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φασιστόμουτρο το [fasistómutro] Ο41 : (υβρ.) φασίστας.

[φασίστ(ας) -ο- + μούτρο]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες