Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: φαλαινοκαρχαρίας
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φαλαινοκαρχαρίας ο [falenokarxarías] Ο3 : ονομασία ενός είδους καρχαρία γιγαντιαίων διαστάσεων αλλά ακίνδυνου.

[λόγ. φάλαιν(α) -ο- + καρχαρίας μτφρδ. αγγλ. whale shark]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go