Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: υπώρεια
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υπώρεια η [ipória] Ο27 (συνήθ. πληθ.) : οι πρόποδες του βουνού.

[λόγ. < αρχ. ὑπώρεια]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες