Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- υποβολείο το [ipovolío] Ο39 : μικρό ξύλινο κουβούκλιο στη μέση της σκηνής και στα όριά της με το προσκήνιο, το οποίο χρησιμεύει ως θέση του υποβολέα.
[λόγ. υποβολ(εύς) -είον]



