Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: υπερβόρειος -α -ο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υπερβόρειος -α -ο [ipervórios] Ε6 : που βρίσκεται ή που κατοικεί στο βορειότερο σημείο της γης. || (ως ουσ.) οι Yπερβόρειοι, στην αρχαία ελληνική μυθολογία, κάτοικοι των βορειότατων χωρών.

[λόγ. επίθ. < αρχ. οἱ Ὑπερβόρειοι]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go