Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- υπαισθησία η [ipesθisía] Ο25 : (ιατρ.) μειωμένη ευαισθησία σε απτικά ερεθίσματα. ANT υπεραισθησία.
[λόγ. < γαλλ. hypoesthésie < hypo- = υπ(ο)- + αρχ. αἴσθησ(ις) -ie = -ία]



