Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: υλισμός
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υλισμός ο [ilizmós] Ο17 : (φιλοσ.) θεωρία που ανάγει όλα τα όντα και τα φαινόμενα στην ύλη: Ο ~ του Δημόκριτου. Ο μηχανιστικός ~ του 18ου αι. Ο μεταφυσικός ~. Ο διαλεκτικός / ο ιστορικός ~ του Mαρξ.

[λόγ. ύλ(η) -ισμός μτφρδ. γαλλ. matérialisme (διαφ. το ελνστ. ὑλισμός `φιλτράρισμα΄)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go