Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: υδροστρόβιλος
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υδροστρόβιλος ο [iδrostróvilos] Ο20α : (τεχνολ.) μηχανή που χρησιμοποιεί την ενέργεια του νερού για την παραγωγή μηχανικού έργου· υδραυλικός στρόβιλος.

[λόγ. υδρο- + στρόβιλος μτφρδ. αγγλ. hydroturbine (hydro- = υδρο-) ή γερμ. Wasserturbine]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go