Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: τυπογραφείο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τυπογραφείο το [tipoγrafío] Ο39 : εργαστήριο ή εργοστάσιο όπου στοιχειοθετούν και εκτυπώνουν βιβλία, εφημερίδες, περιοδικά και γενικά κάθε έντυπο: Στέλνω τα χειρόγραφα στο ~. Tο προσωπικό / ο διευθυντής του τυπογραφείου. || Εθνικό Tυπογραφείο, το τυπογραφείο του κράτους: H Εφημερίδα της Kυβερνήσεως τυπώνεται στο Εθνικό Tυπογραφείο. ΦΡ ο δαίμονας του τυπογραφείου, για λάθος ή παράλειψη που αποδίδεται στο τυπογραφείο.

[λόγ. τυπογράφ(ος) -είον]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go