Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: τριπλουνίστας
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τριπλουνίστας ο [triplunístas] Ο3 θηλ. τριπλουνίστρια [triplunístria] Ο27 : αθλητής του άλματος τριπλούν: H Ελληνίδα τριπλουνίστρια κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στους πανευρωπαϊκούς αγώνες του 1998.

[τριπλούν -ίστας· λόγ. τριπλουνίσ(τας) -τρια]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go