Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: τριαρχία
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τριαρχία η [triarxía] Ο25 : συνδιοίκηση τριών αρχηγών· τριανδρία.

[λόγ. < ελνστ. τριαρχία μτφρδ. (ελνστ.) λατ. triumviratus]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go