Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: τραχηλίτιδα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τραχηλίτιδα η [traxilítiδa] Ο28 : (ιατρ.) φλεγμονή του τραχήλου της μήτρας.

[λόγ. τράχηλ(ος)2 -ίτις > -ίτιδα μτφρδ. γαλλ. cervicite (-ite = -ίτις)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go