Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: τιτάνιος -α -ο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τιτάνιος -α -ο [titánios] Ε6 : που ταιριάζει σε τιτάνα2, για να χαρακτηρίσουμε κτ. που φαίνεται ότι υπερβαίνει τις ανθρώπινες δυνατότητες, τα ανθρώπινα μέτρα· γιγάντιος, υπεράνθρωπος: ~ αγώνας. Tιτάνια πάλη. Ένα τιτάνιο έργο.

[λόγ. < ελνστ. Τιτάνιος `των Τιτάνων΄ & σημδ. γαλλ. titanesque (< λατ. Titan < αρχ. Τιτάν)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go