Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- τιμολόγηση η [timolójisi] Ο33 : ο προσδιορισμός της τιμής πωλήσεως ενός εμπορεύματος ή της αμοιβής για την παροχή κάποιας υπηρεσίας.
[λόγ. τιμολογη- (τιμολογώ) -σις > -ση]



