Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: τηλεχειριζόμενος -η -ο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τηλεχειριζόμενος -η -ο [tilexirizómenos] Ε5 : για συσκευή ή μηχανισμό που ενεργοποιείται με τηλεχειρισμό: ~ εκρηκτικός μηχανισμός. Tηλεχειριζόμενα παιδικά αυτοκινητάκια.

[λόγ. τηλε- + χειριζόμενος μπε. του ρ. χειρίζομαι μτφρδ. αγγλ. telecontrolled (tele- = τηλε-)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go