Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: τελωνοφυλακή
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τελωνοφυλακή η [telonofilakí] Ο29 : δημόσια υπηρεσία στα σύνορα ενός κράτους, υπεύθυνη για τη δίωξη του λαθρεμπορίου.

[λόγ. τελων(είον) -ο- + -φυλακή]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go