Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σχετικοκρατία η [sxetikokratía] Ο25 : (φιλοσ.) θεωρία σύμφωνα με την οποία: α. η ανθρώπινη γνώση είναι σχετική και όχι απόλυτη. β. οι ηθικές, αισθητικές και λοιπές αξίες είναι σχετικές και μεταβάλλονται ανάλογα με τις κοινωνικές ή ιστορικές συνθήκες.
[λόγ. σχετικ(ός) -ο- + -κρατία απόδ. γαλλ. relativisme ή αγγλ. relativism]



