Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: συνιστώσα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
συνιστώσα η [sinistósa] Ο25 : 1.(μηχ.) καθεμιά από τις δύο ή περισσότερες δυνάμεις που μπορούν να αντικατασταθούν από μία μόνη, τη συνισταμένη. 2. (μτφ.) καθένας από τους συντελεστές που συνθέτουν ένα σύνθετο φαινόμενο: H έλλειψη ειδικευμένου προσωπικού είναι μία από τις συνιστώσες της καθυστέρησης στον κλάδο της βιομηχανίας.

[λόγ. μεε. < αρχ. συνιστῶ μτφρδ. γαλλ. composante]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες