Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: στρατιωτικοποίηση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
στρατιωτικοποίηση η [stratiotikopíisi] Ο33 : ANT αποστρατιωτικοποίη ση. 1. στρατιωτική οχύρωση μιας περιοχής: ~ των παραμεθόριων περιοχών. 2. οργάνωση σύμφωνα με τα στρατιωτικά πρότυπα ή τις στρατιωτικές ανάγκες: ~ της οικονομίας / της εκπαίδευσης.

[λόγ. στρατιωτικοποιη- (στρατιωτικοποιώ) -σις > -ση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go