Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: στηθάγχη
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
στηθάγχη η [stiθánxi] Ο30 : (ιατρ.) παθολογική κατάσταση που εκδηλώνεται με δυνατούς και οξείς πόνους στο προκάρδιο και που οφείλεται στην ελλιπή αιμάτωση του μυοκαρδίου.

[λόγ. στήθ(ος) + -άγχη κατά το αρχ. συνάγχη (δες συνάχι) μτφρδ. νλατ. angina pectoris]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go