Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: σπιρτόκουτο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σπιρτόκουτο το [spirtókuto] Ο41 & σπιρτοκούτι το [spirtokúti] Ο44 : μικρό χάρτινο κουτί με σπίρτα1. || Διαμερίσματα σαν σπιρτόκουτα, τυποποιημένα, μικρά και στενόχωρα.

[σπίρτ(ο) -ο- + κουτ(ί) -ο, κουτ(ί) -ι]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go