Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: σπετζοφάι
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σπετζοφάι το [spedzofái] Ο45 : είδος φαγητού από τηγανισμένα λουκάνικα με σάλτσα από πιπεριές και ντομάτα.

[ιταλ. spezz(atino) -o- + φα(ΐ) -ι]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go