Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: σιλικόνη
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σιλικόνη η [silikóni] Ο30 : (χημ.) ονομασία χημικών οξυγονούχων οργανικών ενώσεων του πυριτίου. || ελαστικό ημιδιαφανές στερεό σώμα που χρησιμοποιείται στη φαρμακευτική και στην πλαστική χειρουργική· ακόμη χρησιμοποιείται στη βιομηχανία των πλαστικών, των υλικών μονώσεως και επικαλύψεως κτλ.

[λόγ. < γαλλ. silicon(e) ]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go