Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: σαντζάκι
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σαντζάκι το [sandzáki] Ο44 : (ιστ.) διοικητική υποδιαίρεση της Οθωμανικής Aυτοκρατορίας.

[τουρκ. sancak ]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go